Με τον Νταβίντ Φουστέρ, οι οπαδοί του Ολυμπιακού βρήκαν τον εκτελεστή τους. Από την πρώτη στιγμή, όμως, στο πρόσωπό του ο Βαλβέρδε είχε βρει τον εκλεκτό του. Σε βαθμό παρεξήγησης…
Ο 28χρονος μεσοεπιθετικός κινδύνεψε να «καεί» πριν καν αποδείξει ότι διαφέρει. Τέσσερις μήνες, τέσσερα γκολ, δύο ασίστ κι έναν επίδεσμο στο κεφάλι μετά, οι οπαδοί του Ολυμπιακού αναγνωρίζουν πως έκαναν λάθος.....Παιδική… συνείδηση!
Σε κάθε γωνιά του κόσμου, σε κάθε προαύλιο ενός σχολείου, σε κάθε πάρκο, την ίδια ακριβώς στιγμή, το ίδιο όνειρο βρίσκεται σε κάθε παιδικό μυαλό. Διαφέρει ίσως ως προς τη θέση, τη φανέλα, την ομάδα, το γήπεδο όπου ονειρεύεται ο καθένας να βρεθεί. Και διαφέρει ως προς το τι θα αποδειχθεί στην πορεία ότι είναι διατεθειμένος να θυσιάσει, πόσο αντέχει να περιμένει και τι κουράγιο έχει να επιμείνει. Ο 8χρονος Νταβίντ Φουστέρ Τορίχος δεν διέφερε σε τίποτα από όλα τα παιδιά που περιγράψαμε. Ξεκίνησε σε ηλικία οκτώ χρονών να παίζει ποδόσφαιρο στην ομάδα του χωριού του, στην τουριστική Ολίβα της Βαλένθιας.
Εκεί γεννήθηκε κάτι περισσότερο από ένα όνειρο. Προέκυψε ο στόχος. «Ίσως να μην το πιστέψετε, αλλά το ήξερα. Από παιδί ήμουν ξεκάθαρος ότι θα γίνω ποδοσφαιριστής. Όχι όπως το λέμε τα υπόλοιπα παιδιά. Ήταν δεδομένο στο μυαλό μου», θα πει σε συνέντευξή του το 2009, όταν πλέον δεν είναι ο ανώνυμος ποδοσφαιριστής που για χόμπι συμπλήρωνε τα άλμπουμ με αυτοκόλλητα των ομάδων, αλλά είχε το δικό του αυτοκόλλητο.
Η μέρα που θα γινόταν το όνειρο πραγματικότητα άργησε. Μεσολάβησαν ξενύχτια για να διαβάζει, πρωινές προπονήσεις, σχολείο, απογευματινές προπονήσεις, σωματική εξάντληση. Αλλά και ψυχική, όσο παλεύεις για ένα στόχο και δεν τον βλέπεις να πραγματοποιείται. Το επόμενο βήμα ήρθε στα 22 του χρόνια. Σχετικά αργά για έναν ποδοσφαιριστή που στοχεύει να παίξει στο υψηλότερο επίπεδο. Και ήρθε σχετικά παράδοξα, αφού δεν ήταν η Βαλένθια η ομάδα που θα προσπαθούσε να τον αποκτήσει.
Ένα βήμα μπρος, δύο πίσω!
Το πολυπόθητο βήμα θα ερχόταν το 2002 και η πρόταση από τη Βιγιαρεάλ. «Την ημέρα που υπέγραψα, αντιλήφθηκα ότι έκανα πραγματικότητα το όνειρό μου. Παρότι στην αρχή δεν ήταν όλα όπως τα περίμενα, η εμπιστοσύνη που μου έδειξαν με έκανε να πιστέψω ότι είναι δυνατόν». Στο διάστημα που μεσολάβησε δεν ήταν όλα ρόδινα, ούτε η φλόγα για την πραγματοποίηση του ονείρου παρέμενε άσβεστη στην καρδιά του Φουστέρ. Αλλιώς σκέφτεται ένα παιδί οκτώ ετών κι αλλιώς ένας ενήλικος.
«Αν την ημέρα που έγινα 20 ετών κάποιος μου έλεγε ότι θα παίξω στην Primera Division, θα τον έλεγα μεθυσμένο», απαντάει με ειλικρίνεια και δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς, αφού η διαδρομή που ακολούθησε μόνο ρόδινη δεν ήταν. Η Βιγιαρεάλ του έδωσε την ευκαιρία να βρίσκεται στο σύλλογο, αλλά όχι ουσιαστικά και στην ομάδα. Κάθε μέρα, σε κάθε προπόνηση έπρεπε να αποδεικνύει την αξία του μήπως και πάρει προαγωγή στην πρώτη ομάδα, αφού πέρασε τέσσερα χρόνια στα… δεύτερα «κίτρινα υποβρύχια».
«Ακόμα κι έτσι, έχεις τη δυνατότητα να μάθεις. Είμαι της άποψης ότι ένας παίκτης πάντα μπορεί να βελτιώνεται κι έτσι σκεφτόμουν. Ένιωθα τυχερός που μπορούσα να δουλεύω σε τέτοιες εγκαταστάσεις με τέτοιους ανθρώπους. Αφού θα προπονείσαι σε κάποια ομάδα, γιατί να μην το κάνεις με τους καλύτερους;» θα αναρωτηθεί στην ίδια συνέντευξή του και αφού θα έχει περάσει τέσσερα χρόνια με τα… δεύτερα, θα αποφασίσει να παίξει αληθινό ποδόσφαιρο.
Είναι γνωστό πως ένα βήμα πίσω σού δίνει καμιά φορά μεγαλύτερη ώθηση για να κάνεις το άλμα. Η πρόταση της Έλτσε ήρθε την καλύτερη στιγμή. Η Βιγιαρεάλ τον παραχώρησε το 2008 με ελεύθερη μεταγραφή και έναν όρο. Αν τον θέλει πίσω, θα μπορεί να τον αποκτήσει με 500.000 ευρώ. Οι πιθανότητες δεν ήταν υπέρ του. Ουσιαστικά θα έκανε… ντεμπούτο σε επαγγελματικό πρωτάθλημα, έστω κι αν ήταν της δεύτερης κατηγορίας, στα 26 του χρόνια. «Ήταν η καλύτερη απόφαση που πήρα στη ζωή μου», αντιλαμβάνεται αργότερα, και στο φινάλε της σεζόν θα έχει πείσει με τα 13 του γκολ τη Βιγιαρεάλ.
Ειρωνικό, αν σκεφτεί κανείς πως με τη δεύτερη ομάδα τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια θα είχε πετύχει πολλά περισσότερα. Ο Νταβίντ δεν σκεφτόταν την ειρωνεία, παρά μόνο την ευλογία που θα πάρει μια ακόμα ευκαιρία. «Αναγνωρίζω ότι η καριέρα μου είναι λίγο διαφορετική απ’ ό,τι συνηθίζεται στο ποδόσφαιρο, αλλά είναι παρόμοια με πολλούς παίκτες που δεν τα παρατάνε. Η διαφορά μας είναι πως εγώ στάθηκα τυχερός. Υπάρχουν πολλά παιδιά που είχαν την ποιότητα για να φτάσουν σε ένα επίπεδο, όμως δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να πετύχουν».
Ο παίκτης του Ερνέστο!
Το ξεκίνημα της σεζόν 2009-2010 ήταν διαφορετικό από τα προηγούμενα για τον Νταβίντ Φουστέρ. Ο προπονητής που είχε αναλάβει τη Βιγιαρεάλ τον εμπιστευόταν. Έστω και ως αλλαγή, ο Ερνέστο Βαλβέρδε έδινε την ευκαιρία στον Ισπανό μεσοεπιθετικό να δείξει πως αδίκως πέρασε τέσσερα χρόνια στα προπονητικά γήπεδα του συλλόγου. Στις 8 Νοεμβρίου του 2009 θα παίξει για πρώτη φορά βασικός και θα πετύχει το πρώτο του γκολ μέσα στη Σεβίλη δίνοντας το προβάδισμα στη Βιγιαρεάλ με 2-1. Ένα γκολ που δεν θα χαρεί όσο θα ήθελε, αφού η ομάδα του θα ηττηθεί με 4-2.
Τα εκτός έδρας παιχνίδια, όμως, του πήγαιναν πολύ. Και οι μεγάλες έδρες επίσης. Στο «Βιθέντε Καλντερόν» ένα μήνα μετά θα σκοράρει και πάλι. Στο 48’ αυτή τη φορά, για να ισοφαρίσει η Βιγιαρεάλ και να πάρει στο φινάλε τη νίκη με 2-1. Η… τριλογία του θα ολοκληρωθεί στο «Καμπ Νου» τη δεύτερη μέρα του 2010. Το γκολ που θυμάται περισσότερο στην καριέρα του, απέναντι στον αμυντικό που θεωρεί δυσκολότερο (σ.σ. Κάρλες Πουγιόλ), κόντρα στην ομάδα που θεωρεί την καλύτερη στον κόσμο, έστω κι αν ο ίδιος δηλώνει οπαδός της Ρεάλ Μαδρίτης.
Η επίδοσή του έγινε αντικείμενο θαυμασμού από τους Ισπανούς, καθώς οι τρεις προαναφερθείσες έδρες μαζί με το «Μεστάγια» και το «Σαντιάγκο Μπερναμπέου» έχουν τον όρο «big five», δηλαδή οι πέντε πιο ισχυρές έδρες του πρωταθλήματος. Ο Φουστέρ δεν κατάφερε να σκοράρει κόντρα στη Βαλένθια ούτε κόντρα στη Ρεάλ. Δεν κατάφερε να σκοράρει γενικά μέχρι το φινάλε του πρωταθλήματος, ωστόσο είχε κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.
«Δεν περίμενα ποτέ να δώσει η Βιγιαρεάλ 500.000 ευρώ για μένα. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα δώσει οποιοσδήποτε τόσα λεφτά για μένα», θα πει για να αστειευτεί στη συνέχεια: «Πάντα μάζευα χαρτάκια για να κολλάω στα άλμπουμ. Τώρα, το έκανε η μικρή μου αδελφή. Και την άκουγα όλο το καλοκαίρι να γκρινιάζει επειδή δεν μπορούσε να πετύχει το δικό μου αυτοκόλλητο»!
Το κάλεσμα του… coach!
Μέσα σε ένα χρόνο η τιμή του τριπλασιάστηκε. Εκεί που δεν πίστευε ότι θα ξοδέψει κανείς 500 χιλιάδες ευρώ, πλήρωσε 1,5 εκατ. Ο Ερνέστο Βαλβέρδε γύρισε στον Ολυμπιακό και ζήτησε την απόκτηση του Νταβίντ Φουστέρ. Ισπανός, σε ώριμη ηλικία για μπάλα, μεσοεπιθετικός, χωρίς πολλές συμμετοχές στην Primera Division… Ο συνειρμός άμεσος και η ταύτιση με τον Όσκαρ Γκονζάλες επίσης. Ο 28χρονος έπρεπε να αποδείξει από την πρώτη μέρα ότι δεν πρόκειται για μία ακόμα αδικαιολόγητη εμμονή του Ισπανού τεχνικού.
«Ο πιο σημαντικός λόγος που ήρθα είναι ο Ερνέστο Βαλβέρδε. Έχω μιλήσει με τον προπονητή και με έχει ενημερώσει για τα δεδομένα της ομάδας», θα πει την ημέρα της άφιξής του, δήλωση που δεν… ενίσχυσε τη θέση του. Κατάφερε, όμως, να την ενισχύσει στο γήπεδο. Κατάφερε να δικαιολογήσει την εμμονή του Βαλβέρδε που τον έχει χρησιμοποιήσει σε όλα τα ματς του Ολυμπιακού. Το γκολ του απέναντι στον Αστέρα Τρίπολης, το οποίο αναδείχθηκε και πολυτιμότερο εκείνης της αγωνιστικής, του έδωσε πίστωση χρόνου για να μην ενταθεί η γκρίνια γύρω από το πρόσωπό του.
Οι ασίστ με Ολυμπιακό Βόλου και Ξάνθη φάνταζαν… απλά στατιστικά για όσους θέλουν να είναι προσκολλημένοι στους αριθμούς. Κάθε άσχημη ή έστω μέτρια εμφάνιση έκανε το φάντασμα του Όσκαρ Γκονζάλες να τον κυνηγάει. Μέχρι να έρθει η στιγμή που θα ξόρκιζε το έτερο φάντασμα που πλανιόταν στον Ολυμπιακό, τα πέναλτι. Μέχρι να τραυματιστεί στο κεφάλι, να περάσει έναν επίδεσμο και με αυταπάρνηση να σκοράρει εκ νέου. Μέχρι να αποδεχθούν στο Φάληρο πως πολύτιμος δεν είναι μόνο όποιος φαίνεται στον κόσμο… Αλλά και όποιος φαίνεται στον προπονητή.